δίδωμι

δίδωμι
δῐδωμι (δίδωσι, διδοῖ; impv. δίδοι, διδότω, διδοῖτε) = opt. cf. Wackernagel, Kl. Schr. 704f., Strunk, Glotta, 1961, 114f.; διδούς, -όντι, -όντων; διδόμεν: fut. δώσω, -ει; δώσειν: impf. ἐδίδου: aor. δῶκεν), ἔδωκεν), ἔδωκ, ἔδωκαν, δῶκαν, ἔδοσαν; δόντες; δόμεν, δοῦναι: pf. δέδωκε: pass. pf. [δέ]δοται.)
1 give

συμπόταις νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν O. 1.63

θεὸς ἔδωκεν δίφρον O. 1.87

κῦδος εὐίππων διδόντων Τυνδαριδᾶν O. 3.39

ὧν ἔραται καιρὸν διδούς P. 1.57

τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος. P. 2.89θεῷ γαῖαν διδόντι ξείνιαP. 4.21ξένιον μάστευε δοῦναιP. 4.35

ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει τὸ δ οὔπω P. 12.32

νάσῳ, τὰν Ὀλύμπου δεσπότας Ζεῦς ἔδωκεν Φερσεφόνᾳ N. 1.14

πατρίαν εἴπερ καθ' ὁδόν νιν εὐθυπομπὸς αἰὼν ταῖς μεγάλαις δέδωκε κόσμον Ἀθάναις N. 2.8

νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

Ἐριφύλαν, ὅρκιον ὡς ὅτε πιστόν, δόντες Οἰκλείδᾳ γυναῖκα N. 9.17

μάτρωί θ' ὁμωνύμῳ δέδωκε κοινὸν θάλος I. 7.24

ἐμοὶ δ' ὀλίγον δέ]δοται θα[ (e Plutarcho supp. G-H) Πα. . . ]δῶκεν Πα. 13a. 3. fig., καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον περ' αὐτᾶς (sc. δρῦς. gives proof of itself) P. 4.265 abs. make an offer

οὕτω δ' ἐδίδου Λίβυς ἁρμόζων κόρᾳ νυμφίον ἄνδρα P. 9.117

followed by an inf. of purpose:

ἀμφιπόλους ἐκέλευσεν ἥρωι πορσαίνειν δόμεν Εἰλατίδᾳ βρέφος O. 6.33

Κρονίδᾳ δὲ τράφεν Χίρωνι δῶκανP. 4.115

ἀντίτομα δῶκε χρίεσθαι P. 4.222

Μοίσαισί τ' ἔδωκ ἀρόσαι (sc. τοὺς στεφάνους διὰ τὸν ὕμνον. Σ.) N. 10.26

ἐπεί σφιν Ἀπόλλων δῶκεν ὁ χρυσοκόμας Ἀστερίας δέμας οἰκεῖν Pae. 5.41

2 grant of deities granting wishes to men. “τὺ δὲ πρᾶξιν φίλαν δίδοιO. 1.85

εὐθὺν δὲ πλόον καμάτων ἐκτὸς ἐόντα δίδοι O. 6.104

ὦ Ζεῦ, τίμα μὲν , δίδοι τέ οἱ αἰδοίαν χάριν (v. 1. δίδου) O. 7.89

ἐσλὰ δ' ἐπ ἐσλοῖς ἔργα θέλοι δόμεν O. 8.85

Ζεῦ τέλεἰ, αἰδῶ δίδοι O. 13.115

δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

καὶ τὸ λοιπόν ὅμοια, Κρονίδαι μάκαρες, διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν (δίδοιτ dubitanter Wackernagel) P. 5.119

ἐμοὶ δ' ὁποίαν ἀρετὰν ἔδωκε Πότμος ἄναξ N. 4.42

τὶν δ' ἐοικότα καιρὸν ὄλβου δίδωσι (sc. Μοῖρα) N. 7.59 δύνασαι δὲ βροτοῖσιν ἀλκὰν ἀμαχανιᾶν δυσβάτων θαμὰ διδόμεν sc. Herakles N. 7.97 τῶν τε γὰρ καὶ τῶν δίδοῖ (sc. Τύχα) I. 4.33

καὶ τὸ μὲν διδότω θεός Pae. 2.53

ἐπεύχομαι δ' Οὐρανοῦ τ εὐπέπλῳ θυγατρὶ Μναμοσύνᾳ κόραισί τ εὐμαχανίαν διδόμεν Πα. 7B. 17.

εὔχομαι [] θέλοντι δόμεν [ Pae. 16.4

3 deliver up, give over to

ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων θῆρας αἰνῷ φόβῳ P. 5.60

καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd: φᾶ ἑ δᾳώσειν Wil., Theiler) N. 1.66

ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60

4 give out, produce δίδοι φωνάν (Hermann: δίδου codd.) N. 5.50 (ἄρουραι)

βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.10

ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι N. 11.39

5 in tmesis. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ δώσω v.

ἀποδίδωμι P. 4.67

τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει v.

ἐπιδίδωμι P. 5.124


Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • δίδωμι — Aër. pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δῶμεν — δίδωμι Aër. aor inf act (epic) δίδωμι Aër. aor subj act 1st pl (epic) δίδωμι Aër. aor subj act 1st pl δίδωμι Aër. aor ind act 1st pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δῶτε — δίδωμι Aër. aor imperat act 2nd pl (epic) δίδωμι Aër. aor subj act 2nd pl (epic) δίδωμι Aër. aor subj act 2nd pl δίδωμι Aër. aor ind act 2nd pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δόν — δίδωμι Aër. aor part act neut nom/voc/acc sg (epic) δίδωμι Aër. aor part act neut nom/voc/acc sg δίδωμι Aër. aor ind act 3rd pl (epic) δίδωμι Aër. aor ind act 3rd pl (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δόντα — δίδωμι Aër. aor part act neut nom/voc/acc pl (epic) δίδωμι Aër. aor part act masc acc sg (epic) δίδωμι Aër. aor part act neut nom/voc/acc pl δίδωμι Aër. aor part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δεδομένα — δίδωμι Aër. perf part mp neut nom/voc/acc pl δεδομένᾱ , δίδωμι Aër. perf part mp fem nom/voc/acc dual δεδομένᾱ , δίδωμι Aër. perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διδῶτε — δίδωμι Aër. pres subj act 2nd pl δίδωμι Aër. pres ind act 2nd pl (epic doric aeolic) δίδωμι Aër. imperf ind act 2nd pl (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίδοσθε — δίδωμι Aër. pres imperat mp 2nd pl δίδωμι Aër. pres ind mp 2nd pl δίδωμι Aër. imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίδοτε — δίδωμι Aër. pres imperat act 2nd pl δίδωμι Aër. pres ind act 2nd pl δίδωμι Aër. imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίδουν — δίδωμι Aër. imperf ind act 1st sg (homeric ionic) δίδωμι Aër. imperf ind act 3rd pl (epic) δίδωμι Aër. imperf ind act 1st sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δῶ — δίδωμι Aër. aor subj act 1st sg (epic) δίδωμι Aër. aor subj act 1st sg δίδωμι Aër. aor ind act 3rd sg (epic) δῶμα house neut nom/voc/acc sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”